- ἐπιγράφῃ
- ἐπιγράφωmark the surfacepres subj mp 2nd sgἐπιγράφωmark the surfacepres ind mp 2nd sgἐπιγράφωmark the surfacepres subj act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐπιγραφή — inscription fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επιγραφή — Λέξεις ή φράσεις χαραγμένες, γραμμένες, ζωγραφισμένες ή τυπωμένες σε ποικίλα υλικά. Οι αρχαίοι πολιτισμοί άφησαν πολυάριθμες ε. δημόσιου ή ιδιωτικού χαρακτήρα: συνθήκες, ψηφίσματα, απογραφές, καταχωρήσεις πωλήσεων, λογαριασμούς, αναθηματικές ε.,… … Dictionary of Greek
επιγραφή — η 1. καθετί που γράφεται πάνω σε κάτι για διάκριση ή δήλωση του περιεχομένου: Η επιγραφή του τρίτου κεφαλαίου του βιβλίου. 2. σύντομος γραπτός λόγος χαραγμένος σε σκληρή επιφάνεια (μαρμάρινη ή μεταλλική) για ανάμνηση προσώπου ή γεγονότος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἐπιγραφῇ — ἐπιγράφω mark the surface aor subj pass 3rd sg ἐπιγραφῆι , ἐπιγραφεύς inscriber masc dat sg (epic ionic) ἐπιγραφή inscription fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγραφῆ — ἐπιγραφεύς inscriber masc nom/voc/acc dual ἐπιγραφεύς inscriber masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγραφῆι — ἐπιγραφῇ , ἐπιγράφω mark the surface aor subj pass 3rd sg ἐπιγραφεύς inscriber masc dat sg (epic ionic) ἐπιγραφῇ , ἐπιγραφή inscription fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγραφαῖς — ἐπιγραφή inscription fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγραφαί — ἐπιγραφή inscription fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγραφήν — ἐπιγραφή inscription fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγραφῶν — ἐπιγραφή inscription fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)